Γράφει η: Ναταλία Ρασούλη
www.aixmi.gr
Εν τω μέσω μιας σπαραχτικής οικονομικής κρίσης, των νεοφερμένων μας Μουσώνων και μίας αέναης μουσκεμένης κραυγής κάτω από τα παραθύρια της Βουλής, τινάχτηκε στον αέρα ο ήδη κατασπαραγμένος Πολιτισμός μας. Η κατάσταση έχει φτάσει πλέον στο ground less than zero. Αναζητούμε με αγωνία την οχύρωση της χώρας μ’ έναν τρόπο που πια κρύβει απόγνωση, θυμό, εκδικητικότητα, βαθειά κατάθλιψη και σύνθλιψη. Χάνουμε τη σιγουριά του μέλλοντός μας, της γης μας και την ψυχή του Πολιτισμού μας.....
Την μετουσίωση της ψυχής αυτής, του μυαλού, και της ελληνικής συνείδησης που συνέταξε και έχτισε και το ελληνικό τραγούδι και τους δημιουργούς του, που εδώ και πολύ καιρό έχουν μπει στην άκρη σαν ένας κομπάρσος ή ένας κασκαντέρ που θα μας κάνει τη δουλειά. Και ύστερα; Θα πάρουμε αυτή τη μετουσίωση σε στίχο και μουσική και θα την αποθηκεύσουμε σε βιτρίνα, για να μπορούμε με χαρά να νιώθουμε ότι το έχουμε ακόμα, δεν το χάσαμε, πετώντας τους ίδιους τους δημιουργούς στην αρένα με τους αμείλικτους χειριστές της ίδιας τους της δημιουργίας.
Ναι, λοιπόν, ήρθε και η ώρα που οι Έλληνες τραγουδοποιοί, στιχουργοί και συνθέτες, δεν θα μπορούν να ζήσουν από την ίδια τους τη δουλειά, όπως τα παλιά «καλά» χρόνια, που γίνονταν τόσοι αγώνες για να καταφέρει ένας δημιουργός να περισώσει το έργο του και να καταφέρει -γιατί όχι;- να ζήσει απ’ αυτό. Και ενώ κάποιες μάχες τις κέρδισε μετά κόπων και βασάνων, τώρα γυρνάει πάλι στο σημείο από το οποίο ξεκίνησε όλος αυτός ο αγώνας.
Ένα καινούργιο νομοσχέδιο, που θα δίνει το «πράσινο φως» στους επιχειρηματίες και σε όλους όσοι χρησιμοποιούν τη μουσική και το τραγούδι για να προσελκύσουν κόσμο και κέρδος στην δική τους επιχείρηση, με το «αίτημα» να χρησιμοποιούν δωρεάν τα μέσα προσέλκυσής τους, δηλαδή, να μην πληρώνονται οι ίδιοι οι δημιουργοί για το έργο τους, αυτό που θα χρησιμοποιηθεί σαν κύριο συστατικό της επιχειρηματικής τους κινητικότητας. Δηλαδή, πειρατεία με τη βούλα.
Ο Μανώλης Ρασούλης το είχε πει, πως πριν από την οικονομική καταστροφή μιας χώρας, έχει ήδη προηγηθεί η πολιτισμική και πνευματική της καταστροφή. Και να, που βιώνουμε αυτήν ακριβώς την κατρακύλα σε όλες της τις εκφάνσεις.
Υπάρχει ένα ανέκδοτο για το γουρουνάκι με το ξύλινο πόδι, που όταν οι ιδιοκτήτες του ρωτήθηκαν πως το έπαθε αυτό με το ποδαράκι του, εκείνοι απάντησαν: «Το αγαπάμε πάρα πολύ, γι’ αυτό το τρώμε λίγο-λίγο». Τόση, λοιπόν, είναι η αγάπη και ο σεβασμός προς τους ανθρώπους αυτούς που δημιούργησαν και δημιουργούν το ελληνικό τραγούδι, γι’ αυτό και τους εξοντώνουμε λίγο-λίγο.
Όταν πια το ελληνικό τραγούδι θα έχει εξαθλιωθεί και αφανιστεί, δίνοντας τη θέση του σε μια μηχανική μουσική, που θα καθρεφτίζει μια κενή πραγματικότητα χωρίς ψυχή, τότε πια θα μπορέσουμε με περηφάνια να πούμε, ότι «το ελληνικό τραγούδι το αγαπήσαμε